- σῑτοπομπεία
- σῑτο-πομπεία, ἡ, Getreidesendung, Getreidetransport, auch Begleitung u. Sicherung desselben
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
σιτοπομπεῖα — σιτοπομπεῖον conveyance of corn neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρασίτησις — ήσεως, ἡ, Α [παρασιτώ] 1. αποστολή και μεταφορά σιταριού με συνοδεία, η σιτοπομπεία* ή σιταγωγία* 2. προμήθεια, εφοδιασμός με σιτάρι 3. στρατ. ειδική υπηρεσία που είχε ως έργο τον ανεφοδιασμό και την συντήρηση τού στρατεύματος σε περίοδο ειρήνης… … Dictionary of Greek